Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Μερικές αλήθειες για το τραπεζικό σύστημα της χώρας  
Τρίτη, 02/04/2024

Το γεγονός ότι οι τράπεζες ξεκινούν από φέτος να μοιράζουν μερίσματα, σημαίνει ότι η κρίση έχει μείνει πίσω. Το ότι το Δημόσιο βγήκε με επιτυχία από τις τράπεζες (σ.σ. εκκρεμεί ένα 18% της Εθνικής), επίσης σημαίνει ότι όλα καλά. Ναι αλλά οι μισοί Έλληνες είναι στον Τειρεσία και χρωστάνε στα  funds. Άρα, η πελατεία των τραπεζών έχει περιοριστεί στους άλλους μισούς. Και στο μεταξύ, ετοιμάζεται μείωση επιτοκίων. Αυτός είναι ο λόγος για τις υπέρογκες χρεώσεις στα εμβάσματα και όχι μόνο.

Στην περίοδο από το τέλος της δεκαετίας του 1990 το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, ελεύθερο πλέον από τον ασφυκτικό κρατικό εναγκαλισμό συμπεριφέρθηκε ως παιδάκι που αρχίζει να τρώει καραμέλες και σοκολάτες και δεν μπορεί να σταματήσει. Έτσι, λίγο πριν την κρίση τα δάνεια δίνονταν αφειδώς με κάθε μορφή –μετοχοδάνεια, διακοποδάνεια, εορτοδάνεια, στεγαστικά, διδακτροδάνεια, και τέλος δεν υπήρχε. Οι δε πιστωτικές κάρτες μοιράζονταν σαν …πετσετάκια.

Όταν, βέβαια, έσκασε η χρεοκοπία τότε φάνηκαν τα ξύλινα πόδια του τραπεζικού συστήματος: στις έωλες εγγυήσεις για όλα αυτά τα δάνεια που στην συντριπτική τους πλειοψηφία δεν μπορούσαν να εξυπηρετηθούν προστέθηκε και η απώλεια (λόγω mark to market) της αξίας των κρατικών ομολόγων που οι τράπεζες είχαν φορτωθεί μετά από κρατική/κυβερνητική πίεση. Ήταν η τέλεια καταιγίδα, που ολοκληρώθηκε με το κούρεμα (PSI) και την διάσωση των τραπεζών με το συνολικό ποσό των 46 δισ. ευρώ.

Σήμερα, 15 χρόνια μετά, οι τράπεζες προβάλουν ελκυστική εικόνα έχοντας πουλήσει με μεγάλη έκπτωση τα κόκκινα δάνεια τους (σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος το 2022 οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων είχαν αναλάβει δάνεια αξίας 80 δισ. ευρώ), διατηρώντας χαμηλά εποπτικά κεφάλαια –διότι δεν υπολογίζουν την υποχρέωση τους από την αναβαλόμενη φορολογία—επιβάλλοντας μία σειρά από παράλογες χρεώσεις, έχοντας μειώσει το προσωπικό τους, τα καταστήματά τους, την έκταση και την ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρουν και, εδώ είναι το κρίσιμο σημείο, διατηρώντας ένα εξαιρετικά υψηλό σε σχέση με την Ε.Ε. καθαρό επιτοκιακό περιθώριο (net interest margin), που με την σειρά του στηρίζεται στην μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο επιτόκιο που χρεώνει η τράπεζα στο δάνειο και το επιτόκιο που προσφέρει για την κατάθεση (interest rate spread).

Ένας από τους λόγους που οι τράπεζες έχουν αυτήν την δυνατότητα είναι ότι, από πλευράς συγκέντρωσης το τραπεζικό σύστημα έχει ξαναγυρίσει στην εποχή του 1980. Μπορεί η Εθνική να μην έχει την δεσπόζουσα θέση που είχε τότε, αλλά ο ανταγωνισμός έχει σχεδόν εξαφανιστεί—ο βαθμός συγκέντρωσης σύμφωνα με την μελέτη του ΚΕΠΕ είναι πάνω από 95%, δέκα ποσοστιαίες μονάδες πάνω από αυτόν της Ε.Ε. – όπως αποτυπώνεται με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, οπότε η αναφορά είναι ουσιαστικά στην ευρωζώνη. Πρόκειται, δηλαδή, για μία έντονα ολιγωπολιακή αγορά – με όλες τις επιπτώσεις που αυτό συνεπάγεται.